οινοποίηση

οινοποίηση
η
το σύνολο τών τεχνικών μεθόδων που εφαρμόζονται για τη μετατροπή τού χυμού τών σταφυλιών σε οίνο μετά την απαιτούμενη ζύμωση.
[ΕΤΥΜΟΛ. < οἰνοποιῶ. Η λ., στον λόγιο τ. οἰνοποίησις, μαρτυρείται από το 1881 στον Μ. Θ. Χαιρέτη].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем написать курсовую

Look at other dictionaries:

  • οινοποίηση — η η μετατροπή του χυμού του σταφυλιού (μούστου) σε κρασί …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • αμπέλι — Η λέξη σημαίνει κυρίως την έκταση γης όπου καλλιεργείται το φυτό άμπελος η οινοφόρος,το κλήμα, αλλά και το ίδιο το φυτό ή και τις συστάδες του. Το α. ανήκει στην οικογένεια των αμπελιδών (δικοτυλήδονα, τάξη ραμνωδών) και προέρχεται, όπως φαίνεται …   Dictionary of Greek

  • κρασί — Ποτό που παράγεται από την ολική ή μερική αλκοολική ζύμωση του μούστου (γλεύκους) των νωπών σταφυλιών. Από χημική άποψη, το κ. είναι ένα μείγμα από 85 90% νερό, 5 14% αιθυλική αλκοόλη (οινόπνευμα) και από άλλες ουσίες, που προσδίδουν τα… …   Dictionary of Greek

  • λήμνιος — Προσωνυμία του θεού Ήφαιστου στη Λήμνο. Σύμφωνα με τον Όμηρο, ο Δίας μάλωσε μία φορά με την Ήρα και ο Ήφαιστος πήρε το μέρος της μητέρας του. Ο Δίας τότε θύμωσε, τον έπιασε από το πόδι και τον πέταξε στο άπειρο. Μετά από πτώση που διήρκεσε μία… …   Dictionary of Greek

  • προοινοποιώ — έω, Α [οἰνοποιῶ] προετοιμάζω τα σταφύλια για οινοποίηση, πατώ πρώτα τα σταφύλια …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”